Παραδοσιακοί σπόροι : Σε μια μονοκατοικία των Πετραλώνων μια ομάδα προσπαθεί να διατηρήσει την ελληνική βιοποικιλότητα

Σε ένα λογιστικό γραφείο στο κέντρο της Αθήνας, στεγασμένο σε μια από τις χαρακτηριστικές μονοκατοικίες των Πετραλώνων, οι σπόροι έχουν εκτοπίσει τους ανθρώπους. Εκεί που κάποτε βρισκόταν το προσωπικό γραφείο του ιδιοκτήτη της επιχείρησης, κυρίου Αχιλλέα Γαργάλη, πλέον λιάζονται πλάι στο φως του παραθύρου δίσκοι σποράς από φελιζόλ. Σε καθένα από τα μικρά τους τετράγωνα, αναπτύσσεται ο σπόρος από μια διαφορετική ποικιλία ντομάτας. Κόλλες Α4 υπενθυμίζουν το επάγγελμα του κυρίως υπεύθυνου για όλη αυτή τη δουλειά, επισημαίνοντας με λογιστική ακρίβεια ποιο φυτό πρόκειται να βλαστήσει από το κάθε χώρισμα. Όλες οι ποικιλίες είναι κωδικοποιημένες με αριθμούς.

Στα ελάχιστα τετραγωνικά του δωματίου που έχει πια αφιερωθεί εξ ολοκλήρου στους σπόρους χωρά το μεγαλύτερο μέρος των διαδικασιών στις οποίες στηρίζεται η λειτουργία της «Αυλής των Κηπουρών», της ομάδας παραδοσιακών σπόρων που ξεκίνησε χάρη στο μεράκι του κυρίου Γαργάλη – και που εξακολουθεί να επιβιώνει κυρίως χάρη σε αυτό.

Σπόροι, σπόροι, σπόροι

Επάνω στο γραφείο που κάποτε φιλοξενούσε στοίβες από έγγραφα, μέσα σε πλαστικά ποτηράκια γεμάτα με χαμομήλι, πλέουν – τι άλλο; – σπόροι διαφόρων παραδοσιακών ποικιλιών, που προετοιμάζονται για την πρώτη τους γνωριμία με το χώμα. «Το χαμομήλι είναι απολυμαντικό, σκοτώνει τους όποιους μύκητες», εξηγεί ο κ. Γαργάλης. «Δεν χρησιμοποιούμε χημικά, ακολουθούμε τις παραδοσιακές μεθόδους. Μάλιστα, στο διάστημα της πανδημίας έχουμε διοργανώσει και μαθήματα μέσω Zoom για την καταπολέμηση των παράσιτων και των ασθενειών των φυτών με φυσικούς και μηχανικούς τρόπους. Για παράδειγμα, η πασχαλίτσα τρώει τις μελίγκρες».

Όταν οι σπόροι βλαστήσουν, θα μεταφερθούν σε μεγαλύτερα ποτηράκια στην ταράτσα, όπου θα λαμβάνουν όλο το φως που έχουν ανάγκη. Εκεί τα φυτά θα αναπτυχθούν αρκετά ώστε να είναι έτοιμα για τη δωρεάν διανομή τους στους ενδιαφερόμενους, σε κάποια από τις γιορτές που διοργανώνει κάθε χρόνο η «Αυλή». Φέτος, φυσικά, η πανδημία έχει φέρει εμπόδια (και) σε αυτή τη δραστηριότητα.

«Φέτος αργήσαμε συνειδητά να φυτέψουμε γιατί τα φυτά δεν μπορούν να ζήσουν για πολύ καιρό στα κυπελλάκια», εξηγεί ο κ. Γαργάλης. «Από κάποια στιγμή και μετά υφίστανται τροφοπενία. Κουλουριάζονται οι ρίζες στη βάση του ποτηριού, ασπρίζει όλο το κάτω μέρος, γίνεται ένα πράγμα συμπαγές».

Ένα ιδιαιτέρως ακριβό χόμπι

Όσο μου μιλάει, πίσω του βρίσκεται μια μεγάλη συρταριέρα, γεμάτη ασφυκτικά με μικροσκοπικά νάιλον σακουλάκια, το καθένα εκ των οποίων περιέχει ακόμη μικρότερους, αλλά τεράστιας αξίας, αβελτίωτους σπόρους. Οι περισσότεροι προέρχονται από την Ελλάδα, όμως το απόθεμα της «Αυλής» δεν γνωρίζει σύνορα. Μόνο οι ποικιλίες της ντομάτας μετριούνται στις εκατοντάδες.

Η βλάστηση των σπόρων δεν είναι εύκολη υπόθεση. Προκειμένου να επιτευχθεί, ο κ. Γαργάλης διατηρεί τη θερμοκρασία του δωματίου στους 22-23 βαθμούς Κελσίου σε όλη τη διάρκεια του χρόνου. Ο κλιματισμός προστίθεται στα υπόλοιπα έξοδα για την ανάπτυξή τους που, όπως εξηγεί, ξεπερνούν τα 4.000€ ετησίως. Όμως το έργο της «Αυλής» έχει ξεκάθαρα τεράστια σημασία για εκείνον – όχι μόνο ως χόμπι, αλλά κυρίως ως τρόπος ζωής.

Μια σειρά από επιτυχημένα πειράματα

Όλα ξεκίνησαν μάλλον τυχαία: Τον Μάιο του 2014, η ταράτσα του κ. Γαργάλη ήταν «γεμάτη από διάφορα πειράματα», όπως λέει χαρακτηριστικά, «γιατί τότε δεν ήξερα ποιοι σπόροι θα φύτρωναν». Εκείνη την εποχή, ό,τι κατάφερνε να βλαστήσει, μεταφερόταν στο εξοχικό του και είτε φυτευόταν εκεί, είτε δωριζόταν σε φίλους και γνωστούς για να το καλλιεργήσουν. Εκείνη τη χρονιά, αυτός ο προγραμματισμός θα ανατρεπόταν πλήρως.

«Στην άκρη-άκρη της ταράτσας, σε ένα σημείο που φαινόταν από τον δρόμο, είχα κάτι κυπελλάκια με βασιλικούς», θυμάται ο κ. Γαργαλής. «Περνάει ένας κύριος, τους βλέπει, κάνει μεταβολή, έρχεται στο γραφείο και ρωτάει τη σύζυγό μου τι κάνουμε και αν πουλάμε φυτά». Παρά την αρνητική απάντησή της, ο περαστικός αποφάσισε να μείνει για να κάνει «μερικές ερωτήσεις» στον κ. Γαργάλη. Φεύγοντας, εκείνος είχε πάρει ως δώρο έναν από τους βασιλικούς που τον είχαν προσκαλέσει στο κτίριο, αλλά και δυο-τρία καφάσια με διάφορα φυτά που είχαν αναπτυχθεί μεν, αλλά καθώς δεν είχαν μεταφυτευτεί εγκαίρως είχαν πια αρχίσει να φλερτάρουν όχι με το χωράφι, αλλά με τον κομποστοποιητή. Και η ιστορία της «Αυλής» είχε ξεκινήσει.

«Την άλλη μέρα ήρθαν δυο-τρεις φίλοι του και πήραν φυτά και εκείνοι. Επέστρεψε μετά από δυο-τρεις μέρες και κάναμε συζήτηση, μου είπε να κάνω μια ομάδα στο Facebook για να έρθει ο κόσμος να τα πάρει, να μην καταλήξουν κομπόστ. Δεν ήξερα πώς να τη φτιάξω, οπότε την έκανε εκείνος. Κάθισα στο γραφείο, με έβγαλε μια φωτογραφία και έτσι ξεκίνησε».

Η ανταπόκριση του κόσμου ήταν τεράστια από την πρώτη στιγμή, κι έτσι λίγους μήνες αργότερα, το Φθινόπωρο της ίδιας χρονιάς, διοργανώθηκε η πρώτη γιορτή στην πλατεία Κλαυθμώνος. «Μοιράσαμε σπορόφυτα και αποφασίσαμε να φτιάξουμε και την ομάδα. Αρχίσαμε να ανταλλάσσουμε σπόρους, να ζητάμε σπόρους, να κάνουμε γιορτές, να πηγαίνουμε σε γιορτές σε άλλες πόλεις – από όπου επίσης παίρναμε σπόρους – μαζεύαμε, δίναμε», εξηγεί.

Σήμερα, η «Αυλή» μετρά περισσότερα από 40.000 μέλη σε όλη την Ελλάδα. Καθένας από όλους αυτούς τους ανθρώπους, έχει τη δυνατότητα να ζητήσει από τον κ. Γαργάλη μια ποικιλία που θα ήθελε να καλλιεργήσει – και εκείνοι που το κάνουν, είναι χιλιάδες. Σε έναν διάδρομο της μονοκατοικίας των Πετραλώνων, είναι στοιβαγμένα καφάσια γεμάτα με φακέλους, ταξινομημένους σε «ανοιχτούς» και «ολοκληρωμένους». Οι πρώτοι περιέχουν ένα χαρτί στο οποίο αναγράφονται οι ποικιλίες που θέλει να λάβει ο αποστολέας και έναν κενό φάκελο. Οι δεύτεροι είναι πλέον άδειοι και οι σπόροι που έχουν αιτηθεί οι αρχικοί αποστολείς τους βρίσκονται ήδη καθ’ οδόν.

Αναζητώντας τον χαμένο σπόρο

Φυσικά, τα μέλη της ομάδας δεν αλληλογραφούν πάντα για να λάβουν. Ορισμένοι – δυστυχώς όχι πάρα πολλοί – συμβάλλουν ενεργά στο έργο της «Αυλής» αποστέλλοντας τις δικές τους σπάνιες ποικιλίες, όπως τα κατακίτρινα «κολοκύθια του Ιωνά» που μου δείχνει ο κ. Γαργάλης καθώς κατευθυνόμαστε προς το σημερινό του γραφείο, λίγο μέτρα μακριά από το «φυτώριο». Ταυτόχρονα, ο κ. Γαργαλής και ο στενότερος πυρήνας της ομάδας κάνουν τη δική τους «ντετεκτιβική» εργασία για να εμπλουτίσουν την αυτοσχέδια τράπεζα σπόρων τους.

«Έγινε από μια ομάδα μια πολύ καλή προσπάθεια», εξηγεί ο κ. Γαργάλης. «Υπήρχαν ποικιλίες δέντρων που θεωρούνταν εξαφανισμένες. Στο διπλανό χωριό από το δικό μου, στην Ήπειρο, βρήκα μια ποικιλία αχλαδιάς που κάνει τα αχλάδια που έτρωγα πριν 50 χρόνια, όταν ήμουν μικρός, στο χωριό του πατέρα μου. Πήραμε μπόλια και τα δώσαμε, και αυτή τη στιγμή είμαστε περήφανοι σαν ομάδα γιατί έχουμε κι εμείς ένα δέντρο και φέτος θα το βάλουμε στο χώμα. Έχουμε 18 ποικιλίες δέντρων που είναι κοντά στην εξαφάνιση. Το ίδιο συνέβη και με μια ποικιλία ντομάτας, την “Καραμπόλα Εξάρχου Γρεβενών” που την βρήκα στο χωριό, στον Έξαρχο, στο σπίτι μιας γιαγιάς 85 χρονών. Την έχω δώσει σε πολύ κόσμο, καλλιεργείται, δεν είναι πια χαμένη».

Από την άλλη δεν λείπουν και οι εκπλήξεις, όπως συνέβη στην περίπτωση της ντομάτας Θεσσαλονίκης, που είχε εξαφανιστεί από την Ελλάδα, αλλά εξακολουθούσε να καλλιεργείται στην Αμερική. Κι έτσι επέστρεψε, από μια μάλλον αναπάντεχη διαδρομή, ως… ομογενής.

Τι σχέση έχουν οι σπόροι με την κλιματική αλλαγή;

Αν αφήσουμε, όμως, εκτός της συζήτησης τις γεύσεις και τις αναμνήσεις της παιδικής μας ηλικίας, τι άλλο έχουμε να κερδίσουμε από τη διάσωση παραδοσιακών ποικιλιών, που κάποτε εγκαταλείφθηκαν για χάρη των πιο αποδοτικών βελτιωμένων σπόρων;

Όπως εξηγεί ο κ. Ροίκος Θανόπουλος, γεωπόνος στην Τράπεζα Γενετικού Υλικού ΕΛΓΟ Δήμητρα*, «οι τοπικές (παραδοσιακές) ποικιλίες είναι σημαντικό μέρος της βιοποικιλότητας και συγκεκριμένα της αγροβιοποικιλότητας. Η διαφορά με την αυτοφυή χλωρίδα είναι ότι η επιβίωσή τους, δηλαδή η αναπαραγωγή τους, εξαρτάται αποκλειστικά από τον άνθρωπο και την καλλιέργεια. Η διατήρησή τους είναι ζωτική για το μέλλον της ανθρωπότητας, τόσο ως πηγή γονιδίων, όσο και ως καλλιέργειες αυτές καθ’ εαυτές. Χαρακτηριστικό τους είναι η προσαρμογή τους σε αντίξοες συνθήκες, σε μη γόνιμα εδάφη και χωρίς άρδευση. Ως παραδείγματα αναφέρονται το ασπρομύτικο φασόλι Λήμνου, το άνυδρο ντοματάκι Χίου, οι ελληνικές ποικιλίες αμπέλου και οι συκιές».

Έτσι, αν και η παραγωγή τους είναι κατά κανόνα μικρότερη σε σχέση με εκείνη των εμπορικών ποικιλιών, επιτρέπουν την αξιοποίηση εδαφών στα οποία δεν θα επιβίωνε ο μέσος σπόρος που κυκλοφορεί στην αγορά – και δεν αποκλείεται να αποδειχθούν όλο και πιο πολύτιμοι καθώς η κλιματική αλλαγή θα δυσχεραίνει τις συνθήκες καλλιέργειας σε όλο και περισσότερα μήκη και πλάτη του πλανήτη.

Ντομάτα από τον τόπο σου

Ένα ερώτημα που μου γεννιέται μετά την περιήγησή μου στις εγκαταστάσεις της «Αυλής», είναι το κατά πόσον έχει νόημα η καλλιέργεια στην Ελλάδα παραδοσιακών σπόρων που προέρχονται, για παράδειγμα, από το Περού – όπως μια σειρά από ποικιλίες που αναμένεται σύντομα να προστεθούν στην αυτοσχέδια τράπεζα σπόρων της.

«Υπάρχουν διαφορετικές προσεγγίσεις στο θέμα», επισημαίνει ο κ. Θανόπουλος. «Η προσέγγιση που τάσσεται υπέρ, υποστηρίζει ότι με αυτό τον τρόπο διαδίδονταν τα καλλιεργούμενα είδη. Οι ευρωπαίοι πήγαν το στάρι στην Αμερική και φέρανε την ντομάτα. Με αυτό τον τρόπο αυξάνει η αγροβοποικιλότητα.

»Η προσέγγιση που τάσσεται εναντίον αυτής της πρακτικής, θεωρεί ότι αυτό το πρότυπο ανήκει στο παρελθόν γιατί σήμερα η γεωργική παραγωγή έχει γίνει μια καθαρά οικονομική δραστηριότητα στο μεγαλύτερο μέρος της γης. Άρα και οι ποικιλίες γίνονται αντικείμενο οικονομικής δραστηριότητας. Η αγροβοποικιλότητα με το μοίρασμα σπόρων μπορεί αντί να αυξάνεται να μειώνεται, γιατί αντί να αναζητήσουμε σπόρους στα χωριά μας και να τους διασώσουμε θα πάρουμε ένα από τα «100» έτοιμα σακουλάκια από μια γιορτή σπόρων.

»Επίσης πρέπει να υπάρχει ο σεβασμός προς την κοινότητα των ανθρώπων που δημιούργησαν αυτές τις ποικιλίες. Δεν θεωρούμε ότι έχουμε δικαίωμα να παίρνουμε τους σπόρους τους και να τους διακινούμε όπως νομίζουμε γιατί μπορεί να φτάσουν και σε ανθρώπους που θα τους εκμεταλλευτούν οικονομικά και αυτό μπορεί να γίνει σε βάρος της τοπικής κοινότητας. Είναι μια μορφή βιοπειρατίας. Τέλος, δεν μπορεί να αγνοείται ότι η εισαγωγή σπόρων και πολύ περισσότερο φυτών από το εξωτερικό μπορεί να μεταφέρει ασθένειες και έντομα που δεν υπάρχουν εδώ και να προκαλέσουν μεγάλες καταστροφές, ακόμα και στην βιοποικιλότητα».

Απουσία υποστήριξης

Τη σημασία της εντοπιότητας των σπόρων αναγνωρίζει και ο κ. Γαργάλης, ο οποίος προσπαθεί να πείσει τα μέλη της «Αυλής» να καλλιεργούν τους σπόρους της περιοχής τους, αυξάνοντας και την πιθανότητα να ευδοκιμήσουν – και επομένως, να επιβιώσουν. Δυστυχώς, όμως, συνήθως δεν ενημερώνεται για την τύχη τους, και αυτό είναι ένα από τα μεγαλύτερά του παράπονα, μαζί με το γεγονός ότι από τα μέλη της ομάδας, ελάχιστοι είναι εκείνοι που προσφέρουν προσωπική εθελοντική εργασία.

Στη διάρκεια της πανδημίας, το πρόβλημα αυτό έχει επιδεινωθεί σημαντικά, καθώς εκτός από την απροθυμία για εθελοντισμό, τα μέτρα προστασίας από την εξάπλωση του κοροναϊού δεν επιτρέπουν τη συγκέντρωση εκείνων που θα ήθελαν να προσφέρουν προσωπική εργασία στα μόλις 10 τ.μ. του δωματίου των σπόρων. Εδώ και μήνες, λοιπόν, το τιτάνιο έργο της συλλογής, φροντίδας και διανομής των σπόρων επιβαρύνει σχεδόν αποκλειστικά τρεις ανθρώπους: Τον κ. Γαργάλη και τους κυρίους Ιερόθεο Μπερναρδή και Δημοσθένη Χατζημαράκη.

Η «Αυλή» είναι πάνω από όλα μια κοινότητα

Η μείωση των εθελοντών δεν αυξάνει μόνο τον όγκο δουλειάς που αναλαμβάνει ο καθένας τους: Αλλοιώνει και τον χαρακτήρα της «Αυλής» που έχει στη βάση του την έννοια της κοινότητας. «Προ κοροναϊού γέμιζε το γραφείο με 30-35 άτομα», θυμάται ο κ. Γαργάλης. «Ήμασταν ένα μελίσσι πολύβουο. Ασχολούμασταν με τους σπόρους ή στην ταράτσα με το αραίωμα των σπορόφυτων, βγαίναμε και στο πεζοδρόμιο και δουλεύαμε και έρχονταν γονείς με παιδιά και μας ρωτούσαν… Κάναμε διάφορα τσιμπούσια εδώ, πίναμε το τσιπουράκι μας μαζί με διάφορα εδέσματα, περνούσαμε καλά. Οι σχέσεις συσφίγγονταν ή δημιουργούνταν από την αρχή. Πιστεύω ότι θα συνεχίσουμε και μετά τον κοροναϊό. Κάθε φορά κάθε ανάρτησή μου την κλείνω γράφοντας: Συνεχίζουμε γιατί μπορούμε, μπορούμε γιατί θέλουμε».

Οι σπόροι ως πολιτική πράξη

Ταυτόχρονα, όπως υπογραμμίζει «αυτό που κάνουμε είναι σίγουρα μια πολιτική πράξη, εντός ή εκτός εισαγωγικών». Σε κάποιο βαθμό, η πολιτική διάσταση μπορεί να εντοπιστεί και στον αντι-εμπορευματικό τρόπο λειτουργίας της. «Το μότο το δικό μας είναι “καλλιεργήστε ακόμη και στις ταράτσες”». τονίζει. «Κάντε αστικές καλλιέργειες. Βάλτε ένα μαρούλι να το καλλιεργήσετε μόνοι σας, χωρίς φάρμακα. Θα μπορούσαμε να μην αφήσουμε κανέναν ακάλυπτο χώρο στην Αθήνα. Όπου υπάρχει πράσινο, θα μπορούσε να καλλιεργηθεί με κηπευτικά. Θα μπορούσε κάθε γειτονιά να έχει κομποστοποιητές, να γίνονται κομπόστ όλα τα υπολείμματα, μειώνοντας τις χωματερές και δημιουργώντας φυσικό κομπόστ, διαθέσιμο για όλους».

Μέχρι το όραμα αυτό να μετατραπεί σε πραγματικότητα – μαζί με τη δημιουργία μιας πραγματικής τράπεζας σπόρων της «Αυλής», που θα εξασφαλίζει τις κατάλληλες συνθήκες για τη συντήρηση των μικροσκοπικών αυτών πηγών ζωής -, αντλεί την μεγαλύτερη χαρά φέρνοντας τα παιδιά σε επαφή με όλη τη διαδικασία της σποράς και του φυτέματος. Προ κοροναϊού, «πηγαίναμε σε σχολεία, κάναμε σχολικούς κήπους. Προσπαθούσαμε να κάνουμε δράσεις με τα παιδιά, που πραγματικά ενθουσιάζονται, ιδιαίτερα οι μικρές ηλικίες. Και είναι κάτι που μας συγκινεί, να βλέπουμε παιδιά να μπαίνουν στη σειρά και να ανυπομονούν να φυτέψουν.

»Που σημαίνει ότι ερεθίσματα πρέπει να δώσουμε».

*ο κύριος Θανόπουλος εκφράζει προσωπικές του απόψεις και δεν μιλά ως εκπρόσωπος του ΕΛΓΟ Δήμητρα